Home > Βιομηχανία/Τομέας > Building materials > Concrete
Concrete
Referring to an artificial, stonelike material used for various structural purposes, that is made from the drying and hardening of cement.
Industry: Building materials
Προσθήκη νέου όρουContributors in Concrete
Concrete
χρόνος ανάμιξης
Building materials; Concrete
The period during which materials used in a batch of concrete are combined by the mixer. For stationary mixers, mixing time is calculated in minutes from the completion of charging the mixer until ...
λεπτό πρόσμιγμα
Building materials; Concrete
Αθροίζει περνώντας το 3/8-in. Κόσκινο και περνώντας σχεδόν εξ ολοκλήρου το τεύχος 4 (4. 76 mm) κόσκινο και κυρίως διατηρούνται επί το sieve(ASTM125) Νο 200 (74 ...
ινώδης
Building materials; Concrete
Admixture Special fibrous substances of glass, steel, or polypropylene that are mixed into concrete to act as a reinforcement against plastic shrinkage cracking.
νερού προσρόφησης
Building materials; Concrete
Νερό που πραγματοποιήθηκε στις επιφάνειες σε ένα υλικό από είτε φυσικά ή/και χημικές δυνάμεις.
περιεκτικότητα σε αέρα
Building materials; Concrete
Το ποσό του αέρα παρασύρεται ή παγιδευμένος σε σκυροδέματος ή κονιάματος, αποκλεισμένης διαστήματος πόρων στο συνολικό σωματίδια, που συνήθως εκφράζεται ως ποσοστό του συνολικού όγκου του σκυροδέματος ...
αργιλικό κονίαμα
Building materials; Concrete
Ένα υδραυλικό τσιμέντου στο οποίο τα κύρια συστατικά είναι αργιλικά ασβέστια, αντί πυριτικά άλατα ασβεστίου που περιλαμβάνει τα σημαντικότερα συστατικά του τσιμέντου ...
αυτόκλειστο
Building materials; Concrete
Μια αίθουσα στην οποία παράγεται ένα περιβάλλον ατμού και υψηλή πίεση. Χρησιμοποιείται στη θεραπεία των συγκεκριμένων προϊόντων και τη δοκιμή του υδραυλικού τσιμέντου για την ...