Home > Βιομηχανία/Τομέας > Νομική; Legal services > General law

General law

Common terminology used in legal business.

Contributors in Γενική νομική

General law

το όρισμα

Νομική; Γενική νομική

Ένας λόγος για προχωρημένους για να αποδείξει ένα σημείο ή να ανασκευαστεί αυτό.

προσφυγή

Νομική; Γενική νομική

Μια αίτηση ή αίτηση το ηττηθεί μέρος (να υφίσταται εκκρεμοδικία ένα) σε ανώτερο Δικαστήριο για την αναθεώρηση της απόφασης του Δικαστηρίου κάτω. Το μέρος που κάνει την αίτηση για αναίρεση ονομάζεται ...

Εμφάνιση

Νομική; Γενική νομική

Να υπάρχει ενώπιον δικαστηρίου ως συμβαλλόμενο μέρος σε ένα χρώμα, είτε προσωπικά είτε μέσω δικηγόρο. Μια εμφάνισης προκήρυξη είναι ένα έγγραφο το οποίο απαιτεί την εμφάνιση του λαού στο Ευρωπαϊκό ...

εφαρμογή

Νομική; Γενική νομική

Κατάθεση της φόρμας απαιτούμενη Δικαστήριο να κινεί νομική διαδικασία ή αίτησης που έχει υποβληθεί στο Δικαστήριο. ...

υπεύθυνος έγκρισης

Νομική; Γενική νομική

Μια εγκληματία που ομολογεί το έγκλημα και να κατηγορεί ο συνένοχός για τον ίδιο. Έναν υπεύθυνο έγκρισης χορηγείται δικαίωμα να καταθέσει κατά τη ...

σύντομη

Νομική; Γενική νομική

Ένα έγγραφο αναφέρει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και τα νομικά επιχειρήματα που υποστηρίζεται από την σχετική καταστατικό και προηγούμενα. Τα έγγραφα αυτά παρασκευάζονται από δικηγόρους ...

βάρος της απόδειξης

Νομική; Γενική νομική

Η ευθύνη της απόδειξης γεγονός όσον αφορά τα θέματα που έθιξαν αμφισβήτησης μέρη στο Δικαστήριο. Γενικά, ο ενάγων πρέπει να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί της καταγγελίας είναι αληθείς. Η καθής είναι ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Male Fashion

Κατηγορία: Μόδα   1 8 Όροι

Badel 1862

Κατηγορία: Business   1 20 Όροι