Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > Higher education
Higher education
Post-secondary education at universities, academies, colleges, and institutes of technology etc.
Industry: Εκπαίδευση
Προσθήκη νέου όρουContributors in Higher education
Higher education
πίστωσης
Εκπαίδευση; Higher education
Βάσει χρόνου ποσοτικά μέτρο που αντιστοιχούν σε μαθήματα ή ισοδύναμη πορεία μάθησης. Ένα πιστωτικό ορίζεται συνήθως ως 50 λεπτά διδασκαλίας πάνω από ένα εξάμηνο (εξάμηνο πίστωση) ή ένα τέταρτο ...
επάνω-διαίρεση
Εκπαίδευση; Higher education
Το μέρος του προγράμματος σπουδών που είναι γενικά δίδαξε πέρα από το δεύτερο έτος της ένα πρόγραμμα πτυχίο και που αποτελεί το πιο προηγμένο ...
Μάστερ
Εκπαίδευση; Higher education
Σε post-baccalaureate βαθμό συνήθως εκτελεσθείσας μετά από ένα ή δύο χρόνια φυσικά λειτουργεί.
βασικό κορμό μαθημάτων
Εκπαίδευση; Higher education
Απαιτήσεις γενικής εκπαίδευσης που ως μιας σειράς καθορισμένων διεπιστημονικών μαθήματα που πρέπει να ληφθούν από όλες προπτυχιακούς εγγεγραμμένοι σε βαθμό προγράμματα σε ένα θεσμικό ...
Σχολή
Εκπαίδευση; Higher education
(1) Ο οργανισμός του διδακτικού προσωπικού σε ένα τμήμα, διαίρεση ή ένα ολόκληρο θεσμικό όργανα. (2) Μια ακαδημαϊκή διοικητική μονάδα, π.χ., Η Σχολή μηχανικών. ...
όρος
Εκπαίδευση; Higher education
Μια γενική λέξη για ακαδημαϊκή περιόδους λειτουργίας (τρίμηνο, εξάμηνο)
μονάδα Carnegie
Εκπαίδευση; Higher education
Βάσει χρόνου, ποσοτικούς μέτρο που έχει αντιστοιχιστεί σε μαθήματα γυμνάσιο. Μία μονάδα αποτελείται γενικά από ένα θέμα μελέτησε μία περίοδο 50 λεπτά ανά ημέρα, 5 ώρες ανά εβδομάδα, για μία ...