Home > Βιομηχανία/Τομέας > Electrical equipment > Motors
Motors
Industry: Electrical equipment
Προσθήκη νέου όρουContributors in Motors
Motors
φάση
Electrical equipment; Motors
Υποδεικνύει τις σχέσεις χώρου περιελίξεων και αλλαγές τιμών των επαναλαμβανόμενων κύκλων τάσεων A.C. και ρευμάτων. Λόγω της θέσης (ή της σχέσης φάσης) των περιελίξεων, οι διάφορες τάσεις και τα ...
προστατευτικό ρελέ
Electrical equipment; Motors
Ένα ρελέ, η κύρια λειτουργία του οποίου είναι να προστατεύει τη λειτουργία από διακοπή ή να αποτρέπει ή περιορίζει τη ζημιά στη ...
κύκλος εργασίας
Electrical equipment; Motors
Η σχέση μεταξύ των χρόνων λειτουργίας και παύσης ή επαναλαμβανόμενης λειτουργίας σε διαφορετικά φορτία. Ένα μοτέρ που μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί εντός των ορίων θερμοκρασίας του συστήματος ...
δυναμόμετρο
Electrical equipment; Motors
Μία συσκευή που φορτώνει το μοτέρ για μέτρηση ροπής εξόδου και ταχύτητας με ακρίβεια, παρέχοντας ένα βαθμονομημένο δυναμικό φορτίο. Χρήσιμο στον έλεγχο μοτέρ για πληροφορίες πινακίδας και μία ...
πεδίο
Electrical equipment; Motors
Ένας όρος που χρησιμοποιείται συχνά για την περιγραφή του στατικού (στάτορας) μέλους ενός μοτέρ DC. Το πεδίο παρέχει το μαγνητικό πεδίο με το οποίο αλληλεπιδρά ένα μηχανικά περιστρεφόμενο μέλος ...
ρουλεμάν
Electrical equipment; Motors
Χρησιμοποιούνται για τη μείωση της τριβής και φθοράς, ενώ παράλληλα υποστηρίζουν στοιχεία περιστροφής. Για ένα μοτέρ, πρέπει να παρέχει σχετικά άκαμπτη υποστήριξη για τον άξονα εξόδου. Τα ρουλεμάν ...
πέδηση
Electrical equipment; Motors
Μία εξωτερική συσκευή ή αξεσουάρ, που ακινητοποιεί ένα μοτέρ σε λειτουργία και/ή συγκρατεί ένα φορτίο. Μπορεί να προστεθεί σε ένα μοτέρ ή να είναι ενσωματωμένη. ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
weavingthoughts1
0
Όροι
1
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί