Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

περιορίζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Η αποκοπή ή ο περιορισμός.

υποτιμήσει

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Μειώνω σε ποιότητα, αξία ή αρετή

DeCamp

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

φεύγω ξαφνικά ή απροσδόκητα, συνήθως χωρίς προειδοποίηση

deliquesce

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Διαλύομαι σταδιακά και γίνομαι υγρός λόγω απορρόφησης υγρασίας από τον αέρα.

τρέφουμε

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Ενεργώ, συμπεριφέρομαι με τρόπο που οδηγεί, που παρασύρει κπ. στη διαμόρφωση εσφαλμένων αντιλήψεων και συμπερασμάτων, γίνομαι αιτία να ξεγελαστεί, να εξαπατηθεί ...

Κατακλυσμός

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Η πλημμύρα, δηλαδή η υπερχείλιση του νερού.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Events of the Cold War

Κατηγορία: Ιστορία   1 5 Όροι

WordPress

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 20 Όροι