Home > Βιομηχανία/Τομέας > Γλώσσα > Terminology

Terminology

Terminology is the meaning of terms and thier use.

Contributors in Terminology

Terminology

affricate

Γλώσσα; Terminology

Ένα φωνητικό τμήμα που αποτελείται από μια στάση που ακολουθείται αμέσως από ένα τριβόμενο. Affricates ενεργεί ως μονάδες phonologically και συγχρονικά αδιαιρέτου. ...

ευκολία αρθρώσεως

Γλώσσα; Terminology

Μια δήθεν λόγο για την υγιή αλλαγή. Μπορεί να διαδραματίσει έναν ρόλο στην allegro ομιλία και ενδεχομένως επηρεάζουν το σύστημα ήχου πάροδο του χρόνου, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι γενικά ...

γλιστρώ

Γλώσσα; Terminology

Ένας ήχος που από την άποψη της φωνολογικής ταξινόμησης βρίσκεται μεταξύ φωνήεν και ένα σύμφωνο, π.χ. /j/ και /w/ στα αγγλικά. Σχηματίζεται με μικρό τριβής και έχει υψηλό βαθμό χροιά της φωνής που ...

τριβόμενο

Γλώσσα; Terminology

Ένας τύπος του ήχου, η οποία χαρακτηρίζεται από αέρα που διέρχεται μια συστολή κάπου μεταξύ γλωττίδας και τα χείλη. Αναταράξεις προκύπτει όταν αέρα ρέει μέσα από ένα στενό χάσμα και είναι αυτό που ...

Γρύλλοι

Γλώσσα; Terminology

Η εξαφάνιση των αντιθέσεων — συνήθως φωνολογική ή μορφολογικές — κατά τη διάρκεια μιας γλώσσας ανάπτυξης.

τρόπο αρθρώσεως

Γλώσσα; Terminology

Μία από τις τρεις συμβατικά παραμέτρους (οι άλλοι είναι τόπος άρθρωση και φωνή) που χρησιμοποιούνται στις ειδικές πώς παράγεται ένας ήχος. Κοινοί τύποι είναι plosives, fricatives και ...

Οδοντιατρική

Γλώσσα; Terminology

Ένα μέρος της αρθρώσεως χαρακτηρίζεται από την άκρη της γλώσσας που θα διεξαχθεί κατά την επιστροφή των άνω οδοντοστοιχία, για παράδειγμα, στην προφορά των/t, d / σε ιταλικά, Σουηδικά, κ.λπ. ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Characters In The Legend Of Zelda Series

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   3 29 Όροι

Top 10 Telecom Companies of the World 2014

Κατηγορία: Business   1 10 Όροι