Home > Όροι > Bengali (BN) > ককটেল

ককটেল

সুরাসার যুক্ত মিশ্রিত পানীয়, যাতে দুটি অথবা তারবেশী উপাদান থাকে, যার মধ্যে একটি অবশ্যই স্পিরিট৷

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Restaurants
  • Category: Fine dining
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

iffat
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση Category: Teaching

শিক্ষার ফল

End result of a process of learning; what one has learned.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Early Christian Martyrs

Κατηγορία: Ιστορία   1 20 Όροι

Top 10 Natural Disasters

Κατηγορία: Ιστορία   1 10 Όροι