Home > Όροι > Bosnian (BS) > poliginija
poliginija
A form of polygamy in which a husband can have several wives at the same time.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Sociology
- Category: General sociology
- Company: McGraw-Hill
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Fruits & vegetables Category: Fruits
grožđica
A dried grape. Raisins have a higher sugar content and a different flavor from grapes. Raisins are eat out-of-hand and used in cereals, puddings, ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Zoological terms(611)
- Animal verbs(25)
Zoology(636) Terms
- Νέα(147)
- Radio & TV broadcasting equipment(126)
- TV equipment(9)
- Set top box(6)
- Radios & accessories(5)
- TV antenna(1)
Δελτίο Ειδήσεων &λήψη(296) Terms
- ISO standards(4935)
- Six Sigma(581)
- Capability maturity model integration(216)
Quality management(5732) Terms
- Φυσικό αέριο(4949)
- Άνθρακας(2541)
- Πετρέλαιο(2335)
- Αποτελεσματικότητα ενέργειας(1411)
- Ατομική ενέργεια(565)
- Αγορά ενέργειας(526)
Ενέργεια(14403) Terms
- SSL certificates(48)
- Wireless telecommunications(3)