Home > Όροι > Bosnian (BS) > privatno pravo
privatno pravo
A private bill enacted into law. Private laws have restricted applicability, often addressing immigration and naturalization issues affecting individuals.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Government
- Category: American government
- Company: U.S. Senate
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Kineska Nova Godina
The most important of the traditional Chinese holidays, Chinese New Year represents the official start of the spring, beginning on the first day of ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
João Victor
0
Όροι
1
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί
Relevant Races in Forgotten Realms
Κατηγορία: Ψυχαγωγία 2 30 Όροι
Browers Terms By Category
- Organic chemistry(2762)
- Toxicology(1415)
- General chemistry(1367)
- Inorganic chemistry(1014)
- Atmospheric chemistry(558)
- Analytical chemistry(530)
Chemistry(8305) Terms
- Διαλέξεις(3667)
- Οργάνωση Εορτών(177)
- Έκθεση(1)
Συνέλευση(3845) Terms
- Λεξιλόγιο SAT(5103)
- Κολέγια & Πανεπιστήμια(425)
- Teaching(386)
- Γενική εκπαίδευση(351)
- Higher education(285)
- Γνώση(126)
Εκπαίδευση(6837) Terms
- Φυσική γεωγραφία(2496)
- Γεωγραφία(671)
- Πόλεις & κωμοπόλεις(554)
- Χώρες & Κράτη(515)
- Capitals(283)
- Human geography(103)