Home > Όροι > Bosnian (BS) > vratilo

vratilo

The rotating member of the motor which protrudes past the bearings for attachment to the driven apparatus.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Electrical equipment
  • Category: Motors
  • Company: Baldor
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

ivysa
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Festivals Category:

Bajram

Muslim holiday that marks the end of Ramadan, Muslims are not only celebrating the end of fasting, but thanking GOD for the help and strength that he ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

French Cuisine

Κατηγορία: Food   2 20 Όροι

Italy National Football Team 2014

Κατηγορία: Σπορ   1 23 Όροι