Home > Blossary: Architecture contemporaine
Base de données terminologique créée dans le cadre du cours de terminologie du Master2 DTIC à l'UBS de Vannes, France.

Category:

9 Terms

Created by: Kizsok

Number of Blossarys: 1

My Terms
Collected Terms

Kai kurie premijos, garbės, arba naudos konkursą. Statybos pramonėje yra architektūros konkurencija yra tarp architektų gauti prizą konceptualus darbui, užsakymą sukurti pastato.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας διαγωνισμός για κάποιο βραβείο, τιμητική διάκριση, ή όφελος. Στην οικοδομική βιομηχανία ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός είναι ένας διαγωνισμός μεταξύ αρχιτεκτόνων με τίμημα ένα βραβείο ή μια ανάθεση έργου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Komercinė organizacija, kuri teikia paslaugų architektūra. Ji oftens renka kelias architektų.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

specialią procedūrą generuoti konkuruojančių pasiūlymų iš skirtingų pirkėjų nori gauti apdovanojimą veiklos architektūra, dizainas, miesto planavimo ar kraštovaizdžio architektūra.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ειδική διαδικασία για την υποβολή ανταγωνιστικών προσφορών από διαφορετικούς υποψηφίους που επιθυμούν να εκτελέσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα της αρχιτεκτονικής, του σχεδιασμού, της πολεοδομίας ή της αρχιτεκτονικής τοπίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Darbuotojas, turintis specialių įgūdžių statybos pramonėje. Statybininkas gali būti mason, elektrikas, santechnikas, dailininkas, dailidė...

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο εργαζόμενος που διαθέτει ειδικές ικανότητες στην οικοδομική βιομηχανία. Ένας οικοδόμος μπορεί να είναι κτίστης, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, μπογιατζής, ξυλουργός ...

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Mediena yra labai medžiai, o kartais kitų pluoštinių augalų, panaudotas statybos Kada sumažinti arba suspaustas į tašai ir mediena: lentos, lentos ir panašių medžiagų.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το ξύλο είναι προϊόν που προέρχεται από δέντρα ή και άλλα ινώδη φυτά, και χρησιμοποιείται για κατασκευαστικούς σκοπούς, όταν κοπεί ή συμπιεστεί σε ξυλεία και ξύλο, όπως σανίδες, μαδέρια και παρόμοια υλικά.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Betonas yra sudėtinis statybinė medžiaga iš bendra suma ir pvz., cemento rišiklio derinys.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το σκυρόδεμα είναι ένα σύνθετο δομικό υλικό που προέρχεται από το συνδυασμό αδρανών υλικών και ενός συνδετικού υλικού, όπως το τσιμέντο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Dailidė (statybininkas) yra kvalifikacijos craftsperson, kuris atlieka Staliaus. Dailidės dirbti su medienos statyti, įdiegti ir prižiūrėti pastatų, baldų ir kitų objektų. Darbas gali būti rankinio darbo ir dirbti lauke.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας ξυλουργός (οικοδόμος) είναι ένα εξειδικευμένο τεχνίτης που ασκεί την ξυλουργική. Οι ξυλουργοί δουλεύουν με το ξύλο για να κατασκευάσουν, να εγκαταστήσουν και να συντηρούν κτίρια, έπιπλα και άλλα αντικείμενα. Η εργασία τους μπορεί να περιλαμβάνει χειρωνακτική εργασία και εργασία σε εξωτερικούς χώρους.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Statybininkas specializuojasi priėmimo stogai, lengvesnės atramos bei išorinis neperpučiamas odos, kaip rasti labiausiai architektūrą.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας οικοδόμος που ειδικεύεται στην κατασκευή στεγών, σκελετού και εξωτερικού πετσώματος, που έχουν εφαρμογή στην αρχιτεκτονική κατοικιών.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Įrašą dėl nuosavybės, laikymo arba kitų teisių į žemę pateiktų dokumentus, pavadinimas, palengvinti sandorius ir išvengti neteisėto išmetimo, žurnalui valstybinėje ar padalinio.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Μητρώο που καταγράφει την κυριότητα, την κατοχή ή άλλα δικαιώματα σε γη, με σκοπό να αποδεικνύει την κυριότητα, να διευκολύνει τις συναλλαγές και να αποτρέπει την παράνομη διάθεση. Συνήθως εκδίδεται από ένα κυβερνητικό οργανισμό ή υπηρεσία.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. (usually plural) namų įranga ir prietaisai 2. priėmimo arba tampa tinkama, reguliavimo prie aplinkybių

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. (Συνήθως στον πληθυντικό), επίπλωση και εξοπλισμός 2. το να φτιάχνεις ή να καθιστάς κατάλληλο, το να προσαρμόζεσαι στις περιστάσεις.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

administracinės ar kitais tikslais padalyti regioną

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

μια περιοχή που έχει σημανθεί για διοικητικούς ή άλλους σκοπούς

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. įsikūręs Vietovė ar būdinga miesto ar miesto gyvenimą. 2., susijusius su arba atitinkamos su miesto ar Tankiai apgyvendinta Vietovė.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1.Ευρισκόμενος ή χαρακτηριστικός μιας πόλης ή της ζωής στην πόλη. 2. Σχετικός με μια πόλη ή με μια πυκνοκατοικημένη περιοχή.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. susiję su kaimo vietovių 2. gyvena ar savybė, užsiimančius ūkininkavimu arba šalies gyvenime

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. σχετικός με αγροτικές περιοχές 2. που κατοικεί ή που έχει χαρακτηριστικά καλλιέργειας ή επαρχιώτικης ζωής

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Miesto valdžia administracinėse patalpose

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Τα διοικητικά γραφεία μιας δημοτικής διακυβέρνησης.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Yra mokslas už miesto planavimo, kad yra atnaujinimas transportas, gyvenimas, būsto miesto.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας μηχανικός αρμόδιος για την πολεοδόμηση, δηλαδή για τη την αναβάθμιση των μεταφορών, της ζωής, της στέγασης σε μια πόλη.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Mokslas, organizuojantis funkcijos kraštovaizdžio arba sodą patraukliai. Jis talpina kraštovaizdžio pagal istoriją, plotas, joje esančių pastatų, jo plotas.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας μηχανικός που διευθετεί με ελκυστικό τρόπο τα χαρακτηριστικά του τοπίου ή του κήπου. Προσαρμόζει το τοπίο, σύμφωνα με την ιστορία της περιοχής, τα υπάρχοντα κτίρια, το σκοπό της περιοχής.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Architektūros konkursą nugalėtojas gauna pavesta įgyvendinti išankstinį architektūros projektą.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο νικητής ενός διαγωνισμού αρχιτεκτονικής παίρνει την εντολή να υλοποιήσει ένα αρχιτεκτονικό έργο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Oficialią architektų, kurių tikslas yra informuoti ir rašyti tekstai, kurie reglamentuoja profesijos organizacijai.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Μια επίσημη οργάνωση αρχιτεκτόνων, που στόχο έχει να ενημερώνει και να παράγει κείμενα που διέπουν το επάγγελμα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Procesas, planavimo, organizuoti, įskaitant darbuotojus, vadovavimas ir kontroliuoti gamybą, pastato.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η διαδικασία του σχεδιασμού, της οργάνωσης, στελέχωσης, διεύθυνσης και ελέγχου της παραγωγής ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Bet merga, kurių imasi arba bandė. Architektūros projekto yra naudojamas pavadinti pastato realizavimo.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Κάθε εργασία που έχει αναληφθεί ή επιχειρείται να αναληφθεί. Στην αρχιτεκτονική ο όρος "έργο" χρησιμοποιείται για να κατονομάσει την υλοποίηση ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Aktas dėl darbo, forma, kažkas (kaip darant brėžinį arba struktūra arba planą).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πράξη της επεξεργασίας της μορφής (κάνοντας ένα σκίτσο ή το σκιαγραφώντας ένα σχέδιο).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Būsto apstatymo reikmenys, nusikaltimo, kad patalpa arba kitų zonos paruošta užimtumo.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εξοπλισμός με έπιπλα και όργανα που καθιστούν ένα δωμάτιο ή ένα οποιοδήποτε χώρο έτοιμο προς κατοίκηση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[reguliuojamo suspaudimo ir atleidimo] viduje ar tinka viduje pastato [n] vidinį arba uždara paviršiaus kažką

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[Επίθ] Αυτό που βρίσκεται εντός ή είναι κατάλληλο για το μέσα ενός κτιρίου [ν] η εσωτερική ή κλειστή επιφάνεια κάποιου χώρου

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Plieno yra lydinio, kad daugiausia sudaro geležies ir anglies.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Skalūno yra smulkiais grūdeliais, foliated, vienarūšės metamorphic rock iš yra originalus skalūnų tipo nuosėdinės Rokas, kurį sudaro molio arba Vulkaniniai pelenai per žemos kokybės regionų Metamorfizmas.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο σχιστόλιθος είναι ένα λεπτόκοκκο, ομοιογενές μεταμορφωσιγενές πέτρωμα, σε φύλλα, το οποίο προέρχεται από ένα πρωτότυπο αργιλικό ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται από άργιλο ή ηφαιστειακή τέφρα, μέσω χαμηλής ποιότητας μεταμορφωσιγένειας.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Daug namų ar pramoninių pastatų plokštė, remiama fondai arba tiesiogiai submeniu dirvožemio, naudojamas statyti pastatą aukšte

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Σε πολλές κατοικίες και σε βιομηχανικά κτίρια μια πλάκα, υποστηριζόμενη από τη θεμελίωση ή τοποθετημένη απευθείας στο έδαφος, χρησιμοποιείται για την κατασκευή του ισογείου ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Atšaka yra išorinio apvalkalo, dengiančio arba apvalkalo House, reiškė, kad patalpų vandens ir apsaugoti nuo oro sąlygų poveikio. Pastato kad naudoja Bocznica, ji gali veikti kaip esminis struktūra estetinės grožio ir tiesioginės įtakos jo turto vertę.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Πέτσωμα είναι το εξωτερικό περίβλημα ή η επένδυση ενός σπιτιού που έχει ως στόχο να απομακρύνει το νερό και να προστατεύει από τις επιπτώσεις του καιρού. Σε ένα κτήριο που χρησιμοποιείται πέτσωμα, μπορεί να λειτουργεί ως βασικό αισθητικό στοιχείο της κατασκευής και να επηρεάζει άμεσα την αξία του ακινήτου του.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Naudojamas nurodyti prekes, laikoma, kad padaryti minimalų ar jokios žalos aplinkai.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει υλικά που θεωρούνται ότι προκαλούν ελάχιστη ή μηδενική βλάβη στο περιβάλλον.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Apšvietimas turi būti apgalvoto šviesos taikymo pasiekti kai kurie estetinių ar praktinio poveikio. Apšvietimo apima tiek dirbtinės šviesos šaltiniai, pvz., lempos naudojimo ir natūralaus apšvietimo interjeras nuo dienos šviesos.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο φωτισμός είναι η εσκεμμένη εφαρμογή του φωτός με σκοπό να επιτευχθεί κάποιο αισθητικό ή πρακτικό αποτέλεσμα. Ο φωτισμός περιλαμβάνει τη συνδυασμένη χρήση τεχνιτών πηγών φωτός όπως λάμπες, αλλά και τον φυσικό φωτισμό των εσωτερικών χώρων από το φυσικό φως.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Dangos yra taikomos objektą, paprastai vadinama padėklo paviršiaus danga. , Daugeliu atvejų dangos taikomos pagerinti paviršiaus substratas, pvz., išvaizdą, sukibties, įgula-galimybės, atsparumo korozijai, dėvėti atsparumo ir nulio atsparumo savybes.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Επίχρισμα είναι μια κάλυψη που εφαρμόζεται στην επιφάνεια ενός αντικειμένου και που συνήθως αναφέρεται ως υπόστρωμα. Σε πολλές περιπτώσεις, τα επιχρίσματα εφαρμόζονται για να βελτιώσουν τις ιδιότητες της επιφάνειας του υποστρώματος, όπως η εμφάνιση, πρόσφυση, υγρό-ικανότητα, την αντίσταση στη διάβρωση, αντοχή στη φθορά και αντοχή στις γρατζουνιές.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Jis sakė pastato, aplinka arba kraštovaizdžio, kad egzistuoja, yra šiuo metu ir kad architekto turi spręsti.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Λέγεται για ένα κτίριο, ένα περιβάλλον ή μια διαμόρφωση που ήδη υφίσταται, είναι υπαρκτό, και με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί ο αρχιτέκτονας.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Pastato to yra pastatas (vienas kambarys ar daugiau), kuris buvo įtrauktas į esamas ir originalus kūrimo dalis.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Κτιριακή προσθήκη είναι το τμήμα του κτιρίου (αποτελούμενο από έναν ή περισσότερους χώρους) που έχει προστεθεί στο υφιστάμενο, αρχικό κτίριο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[reguliuojamo suspaudimo ir atleidimo]: esančiuose ar tinkama gamtoje arba ne pastato # [n] [n]: regioną, kuris yra už kažką

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

[Επίθ]: Αυτός που βρίσκεται ή που ταιριάζει στον υπαίθριο ή τον εξωτερικό χώρο ενός κτιρίου # [n] [n]: η περιοχή που βρίσκεται έξω από κάτι

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Kurios neleidžia pas vandens ir iš kurios išvengti nuotėkių.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Αυτός που δεν επιτρέπει στο νερό να περάσει από μέσα, αυτός που εμποδίζει τις διαρροές.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Pusėje pastato, kuris yra matomas pirmą kartą, arba apskritai pusėje pastato.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πλευρά του κτιρίου που φαίνεται πρώτη, ή γενικά μια πλευρά ενός κτηρίου.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Suprojektuoti arba pritaikyti naudoti ar funkcijos.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Σχεδιασμένο για ή προσαρμοσμένο σε μια λειτουργία ή χρήση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

rėmas, kuris palaiko durų arba langą (lango rėmą).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το πλαίσιο που υποστηρίζει μια πόρτα ή ένα παράθυρο (κάσα παραθύρου).

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ginti kažką aplink jį su medžiaga, kuri sumažina arba neleidžia garso arba šilumos arba elektros energijos perdavimo aktas. Medžiaga šiam tikslui.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πράξη με την οποία προστατεύουμε κάτι, τυλίγοντάς το με υλικό που μειώνει ή προλαμβάνει τη μετάδοση του ήχου ή της θερμότητας ή του ηλεκτρισμού. Το υλικό που προορίζεται για το σκοπό αυτό ονομάζεται μόνωση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Amatininkas, kurie dirba su akmens, plytų, betono. Mūro dažniausiai naudojama pastatų, sulaikančios sienos ir paminklų sienos

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ένας τεχνίτης που δουλεύει με πέτρα, τούβλο, μπετόν. Η τοιχοποιία συνήθως χρησιμοποιείται σε τοίχους κτιρίων, τοίχους αντιστήριξης και σε μνημεία

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Darbą, staliaus, gamybos ir detalių su pastatų, kurių medžiagų, pvz., medienos ir aliuminio montavimas.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Το έργο του κουφωματά, η κατασκευή και εγκατάσταση εξαρτημάτων στα κτίρια με υλικά όπως το ξύλο και αλουμίνιο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Statybinių medžiagų naudojami statybos pramonėje sukurti pastatus ir statinius. , Jie gali būti fiziniai: medienos, kalkių, kanapių, celiuliozės, vilnos ir sintetiniai: plieno, gipso, keramikos, stiklo, plastiko, betono.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Τα δομικά υλικά χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο για τη δημιουργία κτιρίων και κατασκευών. Μπορούν να είναι φυσικά υλικά: ξύλο, ασβέστης, σκοινί, κυτταρίνη, μαλλί, και συνθετικά υλικά: χάλυβας, γύψος, κεραμικό, γυαλί, πλαστικό, τσιμέντο.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. Aktą patobulinti atnaujinanti ir atkurti 2. Valstybės būtų atstatytos savo buvusios geros būklės.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

1. Η πράξη της βελτίωσης μέσω της ανανέωσης και της αποκατάστασης 2. Η κατάσταση επαναφοράς στην πρότερη καλή κατάσταση.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Neišardomai su žemės paviršiaus, arba Orbita, statybos ir jos dalių išdėstymas didelių objektą. Ten gali būti pastatai ir statiniai, nonbuilding, ir dirbtinių, arba gyvūnų pagaminti.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Κάθε μεγάλο αντικείμενο που τοποθετείται μόνιμα στη γήινη επιφάνεια ή στην έκτασή της, ως αποτέλεσμα κατασκευής, καθώς και η διάταξη των μερών της. Μπορεί να υπάρχουν κτιριακές και μη κτιριακές κατασκευές, φτιαγμένες από ανθρώπους ή από ζώα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Žemės, kaip ir inžinerinės statybos, kurį sudaro pašalinti žemės iš nuolaidžiose vieta taptų lygiu ir horizontaliu žemės kasimo.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εκσκαφή της γης, όπως κατά την κατασκευή, η οποία συνίσταται στην απομάκρυνση χώματος από ένα κεκλιμένο χώρο με σκοπό να δημιουργήσει ένα επίπεδο και οριζόντιο έδαφος.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Aktas šviežio oro ir atsikratyti Nepadorumas oro aplink uždaroje erdvėje. Mechaninė sistemos pastate, kad šviežio oro.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Η πράξη με την οποία παρέχουμε καθαρό αέρα και απομακρύνουμε τον βρώμικο αέρα από ένα κλειστό χώρο. Ένα μηχανικό σύστημα σε ένα κτίριο που παρέχει καθαρό αέρα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Pastangos sumažinti energijos, privalo pateikti produktai ir paslaugos tikslas: vietos pabaigos eco-friendly medžiaga, trumpas pastatų projektavimas, įskaitant energiją taupančių windows, laikoma sandariai uždarytame duris, papildomą šilumos izoliacija sienos ir stogas, ventiliacijos, rūsyje plokštes ir fondai gali sumažinti šilumos nuostolių.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο στόχος των προσπαθειών για τη μείωση του ποσού της ενέργειας που απαιτείται για την παροχή προϊόντων και υπηρεσιών: ντόπια υλικά, φιλικά προς το περιβάλλον, στεγανός σχεδιασμός κτιρίων που περιλαμβάνει: ενεργειακώς αποδοτικά παράθυρα, καλά σφραγισμένα πόρτες, πρόσθετη θερμική μόνωση τοίχων και οροφής, εξαερισμό, πλάκες υπογείου και θεμέλια που μπορούν να μειώσουν την απώλεια θερμότητας.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Struktūra, remti stogo, grindų ar sienos.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Μια δομή που υποστηρίζει την οροφή, το δάπεδο ή τους τοίχους.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Plieno yra lydinio, kad daugiausia sudaro geležies ir anglies.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Komercinė organizacija, kuri teikia paslaugų architektūros. Jis oftens renka keletą architektų.

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες

Domain: Architecture; Category: Architecture contemporaine

Member comments


( You can type up to 200 characters )

Skelbti  
Other Blossarys