Home > Όροι > Croatian (HR) > lampa

lampa

A term generally used to describe artificial light. The term is often used when referring to a "bulb" or "tube."

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Marija Horvat
  • 0

    Όροι

  • 21

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Υγεία Category: Diseases

tarantizam

Nekontrolirana potreba za plesom, manija koju označava nekontrolirana potreba za plesom, osobito rasprostranjena u južnoj Italiji od 15. do 17. ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Heat Treatment

Κατηγορία: Μηχανική   1 20 Όροι

Harry Potter

Κατηγορία: Λογοτεχνία   1 141 Όροι