Home > Όροι > Armenian (HY) > մուտքի սահմանափակում
մուտքի սահմանափակում
A natural or artificial impediment to a firm beginning to operate in an industry. Entry barriers give a first mover advantage to firms already in an industry, and these are often national firms in competition with potential foreign entrants.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Φυσικό αέριο(4949)
- Άνθρακας(2541)
- Πετρέλαιο(2335)
- Αποτελεσματικότητα ενέργειας(1411)
- Ατομική ενέργεια(565)
- Αγορά ενέργειας(526)
Ενέργεια(14403) Terms
- Rice science(2869)
- Genetic engineering(2618)
- General agriculture(2596)
- Agricultural programs & laws(1482)
- Animal feed(538)
- Dairy science(179)
Agriculture(10727) Terms
- Αλγόριθμοι & δομές(1125)
- Κρυπτογράφηση(11)
Υπολογιστές(1136) Terms
- Γενική αστρολογία(655)
- Ζώδια(168)
- Προσωπικό ωροσκόπιο(27)
Αστρολογία(850) Terms
- Christmas(52)
- Easter(33)
- Spring festival(22)
- Thanksgiving(15)
- Spanish festivals(11)
- Halloween(3)