Home > Βιομηχανία/Τομέας > Αρχαιολογία

Αρχαιολογία

The scientific study of physical remains, whether monuments, artifacts or relics of past human life, cultures or activities.

0Categories 49431Όροι

Προσθέστε έναν νέο όρο

Contributors in Αρχαιολογία

Αρχαιολογία >

γεννήτρια

Γεωργικές χημικές ουσίες; Εντομοκτόνα

Εγκατάσταση ή κινητή πηγή που εκπέμπει ρύπους στην ατμόσφαιρα- κάθε πρόσωπο το οποίο παράγει ένα επικίνδυνα απόβλητα που παρατίθεται από EPA και, επομένως, που υπάγονται στον ...

Grab δείγματος

Γεωργικές χημικές ουσίες; Εντομοκτόνα

Ένα δείγμα του εδάφους ή του νερού λαμβάνονται χωρίς την ώρα ή ροής.

υπόγεια ύδατα

Γεωργικές χημικές ουσίες; Εντομοκτόνα

Νερού που βρέθηκαν κάτω από την επιφάνεια της γης, συνήθως σε πορώδη πετρώματα. Υπογείων υδάτων είναι η πηγή των υδάτων που βρίσκονται σε κοιλότητες και ελατήρια και χρησιμοποιείτα ...

επικίνδυνων χημικών

Γεωργικές χημικές ουσίες; Εντομοκτόνα

Ονομασία της ΥΠΠ για κάθε επικίνδυνων υλικό που απαιτεί ένα δελτίο δεδομένων ασφαλείας υλικού. Οι ουσίες αυτές είναι ικανές να παράγουν δυσμενείς φυσικές επιπτώσεις (πυρκαγιά, ...

επικίνδυνα απόβλητα

Γεωργικές χημικές ουσίες; Εντομοκτόνα

Ένα υποσύνολο των στερεών αποβλήτων που συνιστούν ουσιαστική ή δυνητικές απειλές για την δημόσια υγεία ή το περιβάλλον και πληρούν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια: * ...

αυτόσωμα

Biology; Toxicology

Κάθε χρωμόσωμα πλην ενός χρωμοσώματος.

arboricide

Biology; Toxicology

Ουσία που προορίζεται για τη θανάτωση δένδρα και τα δενδρύλλια.

Sub-categories