Home > Βιομηχανία/Τομέας > Σπορ
Σπορ
Of or pertaining to any organized, competitive, entertaining, and skillful activity or game requiring commitment, strategy, and fair play, in which a winner can be defined by objective means within a specified set of rules.
0Categories 218770Όροι
Προσθέστε έναν νέο όροContributors in Σπορ
Σπορ >
anaplasia
Biology; Toxicology
Απώλεια της κανονικής κελί διαφοροποίηση, μια δυνατότητα που είναι χαρακτηριστικό για περισσότερες ...
αναλογική μετρητή
Περιβάλλον; Radiation hazards
Ένα μέσο ανίχνευσης ακτινοβολίας στο οποίο ένα ηλεκτρονικό σύστημα λαμβάνει όσπρια που είναι ανάλογο προς τον αριθμό των ιόντων που σχηματίζεται σε μια πλήρωση αερίου σωλήνα/καθετή ...
συντελεστής ποιότητας
Περιβάλλον; Radiation hazards
Η τροποποίηση συντελεστής που χρησιμοποιείται για να αποκομίζουν ισοδύναμη δόση από η απορροφώμενη δόση. Τους ποικίλλουν για τύπους ακτινοβολίας διαφορετικά και να αντανακλά το ...
τρίμηνο
Περιβάλλον; Radiation hazards
Ένα χρονικό διάστημα ίσο με το ένα τέταρτο του το έτος που παρατηρήθηκε από το δικαιοδόχο (περίπου 13 συνεχόμενες εβδομάδες). Ότι στην αρχή του πρώτου τριμήνου σε ένα έτος που ...
ισότοπο
Περιβάλλον; Radiation hazards
Ένα από δύο ή περισσότερα άτομα με τον ίδιο αριθμό των πρωτονίων, αλλά με διαφορετικό αριθμό νετρόνια, με τους πυρήνες. Παράδειγμα: 12 C, 13 C και 14 C είναι ισότοπα του ίδιου ...
καταμέτρηση υγρό scintillation
Περιβάλλον; Radiation hazards
Μέθοδος για τον προσδιορισμό της δραστηριότητας των ραδιενεργών δείγμα χρησιμοποιώντας ένα υγρό Fluor και ένα μέσο ανίχνευσης του scintillation που προκύπτουν από την αλληλεπίδραση ...