Home > Βιομηχανία/Τομέας > Σπορ

Σπορ

Of or pertaining to any organized, competitive, entertaining, and skillful activity or game requiring commitment, strategy, and fair play, in which a winner can be defined by objective means within a specified set of rules.

0Categories 218770Όροι

Προσθέστε έναν νέο όρο

Contributors in Σπορ

Σπορ >

μεταλλικά

Υγεία; Women’s health

Ένα στοιχείο (όπως το ασβέστιο, σίδηρο, νατρίου ή καλίου), που λαμβάνονται από τρόφιμα και απαιτείται από τον οργανισμό. ...

κλειτορίς

Υγεία; Women’s health

Εξωτερικές θήλυ όργανο βρίσκεται κοντά στο επάνω μέρος της την εσωτερική labia του ο κόλπος γυναίκας. Το κλειτορίς είναι πολύ ευαίσθητα στην αφή και για περισσότερες γυναίκες ...

σίδηρο

Υγεία; Women’s health

Ένα σημαντικό ορυκτό που εμπλέκονται στη δημιουργία και τη χρήση της ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της μετακίνηση οξυγόνου σε όλο το ...

αλλοίωσης

Υγεία; Women’s health

Μια περιοχή μολυσμένη ή νοσούντων του δέρματος.

electrocardiogram (ΗΚΓ)

Υγεία; Women’s health

Μια εξωτερική, noninvasive δοκιμή η οποία καταγράφει την ηλεκτρική δραστηριότητα στην καρδιά.

αυτοάνοσες

Υγεία; Women’s health

Την ανοσολογική απάντηση από τον οργανισμό κατά μία δική της ιστούς, κύτταρα ή μόρια.

Gigabit ethernet

Software; Globalization software service

Μια παραλλαγή του πρωτοκόλλου Ethernet που είναι ικανή να διαβίβασης των δεδομένων σε ένα δισεκατομμύριο bit ανά δευτερόλεπτο. Gigabit Ethernet για το σύστημα σας οικογένειας ...

Sub-categories