Home > Όροι > Macedonian (MK) > белило

белило

Chemical, usually chlorine, used to whiten pulp.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Jasmin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 20

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Holiday Category: Festivals

Кинеска Нова година

The most important of the traditional Chinese holidays, Chinese New Year represents the official start of the spring, beginning on the first day of ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Frank Sinatra

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 1 Όροι

The Most Bizzare New Animals

Κατηγορία: Animals   3 14 Όροι