Home > Όροι > Macedonian (MK) > ублажување

ублажување

Action that will reduce man-made climate change. This includes action to reduce greenhouse gas emissions or absorb greenhouse gases in the atmosphere.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Natural environment
  • Category: Climate change
  • Company: BBC
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Jasmin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 20

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Weather Category: Storms

Ураган Ајрин

Претстоен ураган од трета категорија кој се заканува да го погоди источниот брег на САД доцна попладнето на 27 август 2011 година. Ветровите се ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Exercise

Κατηγορία: Health   2 20 Όροι

Rock Bands of the '70s

Κατηγορία: Ιστορία   1 10 Όροι