Home > Όροι > Macedonian (MK) > персона
персона
The speaker or voice of a literary work, i.e., who is doing the talking. Thus persona is the "I" of a narrative or the implied speaker of a lyric poem.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Λογοτεχνία
- Category: Poetry
- Company:
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Боб Марли
Јамајкански музичар и текстописец кој живеел од 1945 - 1981, и е несомнено најпознатиот реге музичар на сите времиња. Неговата компилација Легенда, ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Filipe Oliveira
0
Όροι
1
Γλωσσάρια
4
Οπαδοί
Terms frequently used in K-pop
Κατηγορία: Ψυχαγωγία 3 30 Όροι
Browers Terms By Category
- Dating(35)
- Romantic love(13)
- Platonic love(2)
- Family love(1)
Love(51) Terms
- Gardening(1753)
- Outdoor decorations(23)
- Patio & lawn(6)
- Gardening devices(6)
- BBQ(1)
- Gardening supplies(1)
Κηπουρική(1790) Terms
- General seafood(50)
- Shellfish(1)
Seafood(51) Terms
- Φυσικό αέριο(4949)
- Άνθρακας(2541)
- Πετρέλαιο(2335)
- Αποτελεσματικότητα ενέργειας(1411)
- Ατομική ενέργεια(565)
- Αγορά ενέργειας(526)
Ενέργεια(14403) Terms
- Chocolate(453)
- Hard candy(22)
- Gum(14)
- Gummies(9)
- Lollies(8)
- Caramels(6)