Home > Όροι > Macedonian (MK) > ублажување

ублажување

Action that will reduce man-made climate change. This includes action to reduce greenhouse gas emissions or absorb greenhouse gases in the atmosphere.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Natural environment
  • Category: Climate change
  • Company: BBC
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

alex sk
  • 0

    Όροι

  • 3

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Travel Category: Travel sites

Говедарник

Говедерник е име на врв, бачило и карстно поле, кое се наоѓа токму над селото Галичник. Бачилото е едно од ретките кои се сеуште активни. Врвот е ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

World's Top Economies in 2014

Κατηγορία: Business   1 5 Όροι

International Commercial

Κατηγορία: Business   1 5 Όροι