Home > Όροι > Macedonian (MK) > одредба
одредба
A stipulation or qualification, especially a clause in a document or agreement.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary: Legal glossary
- Κλάδος/Τομέας: Νομική
- Category: Contracts
- Company:
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Σπορ Category: Basketball
"Мртва" топка
(кошаркарски термин) секоја топка која не е "жива"; претставува секогаш после постигнат кош или слободни фрлања, после секој судиски свиреж ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Ballroom(285)
- Belly dance(108)
- Cheerleading(101)
- Choreography(79)
- Historical dance(53)
- African-American(50)
Dance(760) Terms
- Cardboard boxes(1)
- Wrapping paper(1)
Paper packaging(2) Terms
- Γενική αστρολογία(655)
- Ζώδια(168)
- Προσωπικό ωροσκόπιο(27)
Αστρολογία(850) Terms
- ISO standards(4935)
- Six Sigma(581)
- Capability maturity model integration(216)