Home > Όροι > Macedonian (MK) > одредба

одредба

A stipulation or qualification, especially a clause in a document or agreement.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary: Legal glossary
  • Κλάδος/Τομέας: Νομική
  • Category: Contracts
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

zocipro
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 18

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Σπορ Category: Basketball

"Мртва" топка

(кошаркарски термин) секоја топка која не е "жива"; претставува секогаш после постигнат кош или слободни фрлања, после секој судиски свиреж ...