Home > Όροι > Macedonian (MK) > социјализација
социјализација
Доживотен процес на социјално искуство каде лицата ги стекнуваат културните модели на нивното општество.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Sociology
- Category: Criminology
- Company: Pearson Prentice Hall
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί
Characters In The Legend Of Zelda Series
Κατηγορία: Ψυχαγωγία 3 29 Όροι
Browers Terms By Category
- Ρολόι(712)
- Ημερολόγιο(26)
Χρονομετρία(738) Terms
- Air conditioners(327)
- Water heaters(114)
- Washing machines & dryers(69)
- Vacuum cleaners(64)
- Coffee makers(41)
- Cooking appliances(5)
Household appliances(624) Terms
- Characters(952)
- Fighting games(83)
- Shmups(77)
- General gaming(72)
- MMO(70)
- Rhythm games(62)
Video games(1405) Terms
- General boating(783)
- Sailboat(137)
- Yacht(26)
Boat(946) Terms
- Υλικό φυσικών επιστημών(1710)
- Μεταλλουργία(891)
- Τεχνολογία διάβρωσης(646)
- Μαγνητική(82)
- Τεστ απόδοσης(1)