Home > Όροι > Σερβικά > електрода

електрода

Any metal terminal emitting or collecting charged particles, typically inside the chamber of a gas discharge lamp. In a fluorescent lamp, the electrodes are typically metal filaments coated with special powders called emission mix. Negatively charged free electrons emitted by one electrode are attracted to the positive electrode (anode), creating an electric current and arc between electrodes.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Lights & lighting
  • Category: Lighting products
  • Company: GE
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Tijana Biberdzic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ιστορία Category: Παγκόσμια ιστορία

Ледено доба

Хладне фазе плеистоценске епохе, период екстремне осцилације у глобалној температури са одговарајућим ширењем и скупљањем поларних ледених покривача. ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Teresa's gloss of general psychology

Κατηγορία: Εκπαίδευση   2 4 Όροι

Mental Disorders

Κατηγορία: Health   3 20 Όροι