Home > Όροι > Σερβικά > напуштање

напуштање

Occurs when someone voluntarily surrenders or relinquishes possession of real property without vesting this interest in any other person.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Real estate
  • Category: General
  • Company: Century 21
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Marija Stevanovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Animals Category: Fish

basking ajkula

Basking ajkula je druga najveća vrsta ajkula koja živi u istočnim delovima Severnog Pacifika. Basking ajkule su dobile ovo ime zato što se često ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Badminton; Know your sport

Κατηγορία: Σπορ   1 23 Όροι

APEC

Κατηγορία: Politics   2 9 Όροι