Home > Όροι > Σερβικά > активност

активност

A combination of discrete tasks that has a clearly defined beginning and end. A group of tasks that are carried out as part of a process.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υπολογιστές
  • Category: Workstations
  • Company: Sun
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Armana
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 11

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Network hardware Category:

рачунарска мрежа

system of interconnected computer equipment that permits the sharing for information

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Famous Musicians Named John

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   6 21 Όροι

Shanghai Free Trade Zone

Κατηγορία: Business   1 3 Όροι