Home > Όροι > Σερβικά > gingivitis

gingivitis

An inflammation or infection of the gingiva (gum tissue); the initial stage of gum disease.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υγεία
  • Category: General
  • Company: CIGNA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Marija Stevanovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Animals Category: Insects

bubamara

mala okrugla buba jarko obojenog tela prekrivenog tufnama, koja se obično hrani vašima i drugim insektima-štetočinama

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 10 Most Popular Social Networks

Κατηγορία: Business   1 11 Όροι

Animals' Etymology

Κατηγορία: Animals   1 13 Όροι