Home > Όροι > Σερβικά > Кармин

Кармин

Козметички препарат за шминкање који долази у много различитих боја, текстура, и стања, и користи се јер даје боју или заштиту уснама.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Ομορφιά
  • Category: Skin care
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Dragan Zivanovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 10

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Festivals Category: Christmas

анђели

Messengers of God who appeared to the Shepherds announcing the birth of Jesus.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Twilight Saga Characters

Κατηγορία: Λογοτεχνία   1 11 Όροι

Morocco Travel Picks

Κατηγορία: Travel   1 4 Όροι