Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > ojo compuesto

ojo compuesto

Found in many but not all arthropods, a compound eye is composed of a large number of small, closely packed simple eyes (ommatidia), each with its own lens and nerve receptors.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Zoology
  • Company: Berkeley
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Paula Reyes
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση Category: Teaching

resultado del aprendizaje

Resultado final de un proceso de aprendizaje, es decir, lo que se ha aprendido.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Civil Wars

Κατηγορία: Ιστορία   2 20 Όροι

The strangest diseases

Κατηγορία: Health   1 23 Όροι