Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > epitelio

epitelio

Layer of cells which lines a body cavity; cells may be ciliated or unciliated, and may be squamous (flat, scale-shaped), cuboidal (cube-shaped), or columnar (column-shaped). Your stomach and cheeks are lined with epithelium.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Zoology
  • Company: Berkeley
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

dskorce
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Holiday Category: National holidays

Acción de Gracias

Fiesta anual celebrada en segundo Lunes de Octubre en Canadá y el cuarto Jueves de Noviembre en los Estados Unidos. El Día de Acción de Gracias ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Schopenhauer

Κατηγορία: Θρησκεία   2 1 Όροι

International Accounting Standards

Κατηγορία: Business   3 29 Όροι