Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > precisión
precisión
The agreement between the numerical values of two or more measurements that have been made in an identical fashion.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Snack foods Category: Sandwiches
sándwiches
Un sándwich está formado por uno o más rebanadas de pan con relleno nutritivo entre ellos. Cualquier tipo de pan pan, la crema o el pan, panecillos y ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Shin-Ru Pearce
0
Όροι
6
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί
American Idioms, figure of speech
Κατηγορία: Languages 4 40 Όροι
Browers Terms By Category
- Mapping science(4042)
- Soil science(1654)
- Physical oceanography(1561)
- Geology(1407)
- Seismology(488)
- Remote sensing(446)
Earth science(10026) Terms
- Φυσική γεωγραφία(2496)
- Γεωγραφία(671)
- Πόλεις & κωμοπόλεις(554)
- Χώρες & Κράτη(515)
- Capitals(283)
- Human geography(103)
Γεωγραφία(4630) Terms
- Human evolution(1831)
- Evolution(562)
- General archaeology(328)
- Archaeology tools(11)
- Προϊόντα Τέχνης(8)
- Dig sites(4)
Αρχαιολογία(2749) Terms
- Βιομηχανική αυτοματοποίησης(1051)
Αυτόματες συσκευές(1051) Terms
- Air conditioners(327)
- Water heaters(114)
- Washing machines & dryers(69)
- Vacuum cleaners(64)
- Coffee makers(41)
- Cooking appliances(5)