Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > cuenta

cuenta

Una estructura que registra las transacciones de valor dentro de una unidad de cuenta (en este caso una sociedad) en cuanto a un elemento de un conjunto de valores. La cuenta se puede referir a un objeto para la cual las operaciones se les asigna valor.

La cuenta contiene las cifras de movimientos, que contienen los cambios en los valores en forma resumida por el código de la empresa.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Software
  • Category: ERP
  • Company: SAP
  • Προϊόν: SAP Business One
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

jorbuacar
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Fruits & vegetables Category: Fruits

banana

The world's most popular fruit. The most common U.S. variety is the yellow Cavendish. They are picked green and develop better flavor when ripened off ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Belgium

Κατηγορία: Γεωγραφία   1 2 Όροι

Twitter

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 15 Όροι