Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > adaptación

adaptación

Acción que ayuda a hacer frente a los efectos del cambio climático - por ejemplo la construcción de barreras de protección contra la subida de las aguas, o la conversión de cultivos capaces de sobrevivir a las altas temperaturas y la sequía.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Natural environment
  • Category: Climate change
  • Company: BBC
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

AlasVerdes
  • 0

    Όροι

  • 3

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Printing & publishing Category: Magazines

freelance

Un periodista “freelance” es un escritor o reportero independiente que trabaja de manera autónoma, generalmente sin un contrato.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Best Companies To Work For 2014

Κατηγορία: Business   1 10 Όροι

10 Classic Cocktails You Must Try

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 10 Όροι