Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > anautogenia

anautogenia

Reproduction in which a blood meal or ingested food is required for egg development, as in some species of parasitic Diptera.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

dskorce
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Holiday Category: Religious holidays

Janucá

Es una fiesta judía que dura por ocho días, celebrando la recuperación del Templo Sagrado en Jerusalén. Típicamente se enciende un candelabro de ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

5 different Black Friday

Κατηγορία: Ιστορία   2 5 Όροι

Acquisitions made by Apple

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 5 Όροι