Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > anoftalmia

anoftalmia

Ausencia congénita de un ojo o ambos ojos.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

cesarpretelli
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Πολεμικές τέχνες Category: Body art

cara de dona

Se logra una nueva expresión de arte corporal mediante el goteo de una solución salina sobre la frente hasta que se forma una protuberancia grande. ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Airplane Disasters

Κατηγορία: Ιστορία   1 4 Όροι

Nautical

Κατηγορία: Other   1 20 Όροι