Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > accidente cerebrovascular
accidente cerebrovascular
Un ataque repentino e intenso de la parálisis, pérdida de la visión, la sensibilidad o del habla como resultado del daño de las células cerebrales causados por un suministro insuficiente de sangre al cerebro o de la lesión en el cerebro o la médula espinal. También llamado accidente cerebral vascular, apoplejía o derrame cerebral.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Ιατρικές συσκευές
- Category: Συσκευές καρδιακής υποστήριξης
- Company: Boston Scientific
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Παγκόσμια ιστορία(1480)
- Israeli history(1427)
- Ιστορία της Αμερικής(1149)
- Medieval(467)
- Nazi Germany(442)
- Egyptian history(242)
Ιστορία(6037) Terms
- General art history(577)
- Visual arts(575)
- Renaissance(22)
Art history(1174) Terms
- Φυσική γεωγραφία(2496)
- Γεωγραφία(671)
- Πόλεις & κωμοπόλεις(554)
- Χώρες & Κράτη(515)
- Capitals(283)
- Human geography(103)
Γεωγραφία(4630) Terms
- Social media(480)
- Ιντερνετ(195)
- Search engines(29)
- Online games(22)
- Ecommerce(21)
- SEO(8)