Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > sesión general

sesión general

Encuentro abierto para todos quienes asisten a una convención. También es referido como sesión plenaria.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Francisca Bittner
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 8

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Holiday Category: Religious holidays

miércoles de Ceniza

Celebrado por los cristianos, marca el primer día de Cuaresma, que dura hasta la Pascua de Resurrección (un periodo de 46 días) y es el día de ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Medical Terminology

Κατηγορία: Health   1 15 Όροι

The art economy

Κατηγορία: Arts   1 7 Όροι