Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > batidos
batidos
A cold beverage made of milk and flavorings.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
John Lennon
John Lennon, (9 octubre 1940-8 diciembre 1980) fue un músico famoso e influyente cantante y compositor que adquirió fama mundial como uno de los ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
farooq92
0
Όροι
47
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί
Most Expensive Accidents in History
Κατηγορία: Ιστορία 1 9 Όροι
Browers Terms By Category
- Δημοσιογραφία(537)
- Τύπος(79)
- Δημοσιογραφία έρευνας(44)
Ειδήσεις(660) Terms
- Railroad(457)
- Train parts(12)
- Trains(2)
Railways(471) Terms
- Organic chemistry(2762)
- Toxicology(1415)
- General chemistry(1367)
- Inorganic chemistry(1014)
- Atmospheric chemistry(558)
- Analytical chemistry(530)
Chemistry(8305) Terms
- Καλλυντικά(80)