Home > Βιομηχανία/Τομέας > Immigration
Immigration
Moving to and living permanently in another country. Also, a government department dealing with applications from foreign citizens who wish to live in a host country.
0Categories 9114Όροι
Προσθέστε έναν νέο όροContributors in Immigration
Immigration >
chemosis
Biology; Toxicology
Χημικώς προκαλούνται διόγκωση γύρω από το μάτι που προκαλούνται από οίδημα των επιπεφυκότων του.
πρόσληψη
Περιβάλλον; Radiation hazards
Η ποσότητα του υλικού που εισάγονται στον οργανισμό μέσω εισπνοής, της κατάποσης, ή μέσω του ...
εσωτερική δόσης
Περιβάλλον; Radiation hazards
Το τμήμα εκείνο του η ισοδύναμη δόση που έλαβε από ραδιενεργού υλικού που λαμβάνεται από τον οργανισμό. ...
ιονισμού
Περιβάλλον; Radiation hazards
Η διαδικασία προσθήκη ή κατάργηση ενός ή περισσότερων ηλεκτρονίων από άτομα ή μόρια. Υψηλές θερμοκρασίες, ηλεκτρικές απορρίψεις ή ακτινοβολία μπορεί να προκαλέσει ...
αίθουσα ιονισμού
Περιβάλλον; Radiation hazards
Ένα μέσο που εντοπίζει και μέτρα ιονίζουσα ακτινοβολία με μέτρηση ηλεκτρικό ρεύμα που ρέει όταν ακτινοβολία ιονίζει αερίου στο θάλαμο, καθιστώντας το αέριο ένας αγωγός του ...
aerobe
Biology; Toxicology
Οργανισμού, η οποία απαιτεί dioxygen για αναπνοή και συνεπώς και για την ανάπτυξη και την ζωή.
decompensation
Biology; Toxicology
Ρητή παθοφυσιολογικά αλλαγές μετά την αποζημίωση για τις αρνητικές επιπτώσεις.