Home > Βιομηχανία/Τομέας > Organic chemicals
Organic chemicals
Any member of a large class of gaseous, liquid, or solid chemical compounds whose molecules contain carbon.
0Categories 654Όροι
Προσθέστε έναν νέο όροContributors in Organic chemicals
Organic chemicals >
ο πληθωρισμός προστασίας
Insurance; Life insurance
Ιδιότητα προαιρετική κάλυψη θεώρηση που προσφέρονται από κάποιες ασφαλιστές που αυξάνει τα όρια της πολιτικής της ασφαλίσεως κατά τη διάρκεια της πολιτικής να συμβαδίζουμε με τον ...
ασφαλίσιμων ενδιαφέροντος
Insurance; Life insurance
Τόκοι στην ιδιότητα αυτή ότι η απώλεια ή καταστροφή της ιδιότητας θα μπορούσαν να προκαλέσουν οικονομική ...
σπέρμα
Υγεία; Women’s health
Το υγρό (η οποία περιέχει σπέρματος) ένα αρσενικό απελευθερώνει από του πέους όταν αυτός γίνεται σεξουαλικά προκάλεσε ή έχει ένα ...
γονίδιο
Υγεία; Women’s health
Η λειτουργική και φυσική μονάδα της κληρονομικότητας αποτελείται από DNA, που έχει μια συγκεκριμένη λειτουργία και μεταβιβάζεται από το γονικό ...
ακράτεια
Υγεία; Women’s health
Την ανικανότητα ελέγχου της ροής των ούρα η κύστη, που ονομάζεται ακράτεια, ή τη διαφυγή του σκαμπό από το ορθό, κάλεσε τους fecal ...
ήπαρ
Υγεία; Women’s health
Το μεγαλύτερο οργανισμό όργανο, το συκώτι έχει πολλές θέσεις εργασίας, και η αλλαγή των τροφίμων σε ενέργεια και καθαρισμού αλκοόλης και δηλητηριάζει από το αίμα. Το συκώτι ...
cervix
Υγεία; Women’s health
Το χαμηλότερο, στενό τμήμα δακτυλική επισκόπιση της μήτρας (μήτρα). Η cervix σχηματίζει ένα κανάλι που ανοίγει σε γενετική, που οδηγεί προς τα έξω του ...