Home > Βιομηχανία/Τομέας > Σπορ
Σπορ
Of or pertaining to any organized, competitive, entertaining, and skillful activity or game requiring commitment, strategy, and fair play, in which a winner can be defined by objective means within a specified set of rules.
0Categories 218770Όροι
Προσθέστε έναν νέο όροContributors in Σπορ
Σπορ >
βαλλιστικών φωτογραφική μηχανή
Earth science; Mapping science
(1) Μια κάμερα που χρησιμοποιούνται για την φωτογράφηση ρουκέτες ή πυραύλους, και παράγουν φωτογραφίες με επαρκή μετρικές πιστότητα ότι μπορεί να προσδιοριστεί η τροχιά του ...
Διαφορική εξίσωση του Clairaut
Earth science; Mapping science
(1) Η δεύτερη σειρά διαφορική εξίσωση ρ ((d ²f/dR ²) (6f/R ²)) + (6ñ/R)((df/dR) + (f/R)) = 0 σχετικά με την ισοπέδωση f της ένα περιστροφής ελλειψοειδές στερεό απαρτίζεται από ...
Μονόκερως
Αστρονομία; Γενική αστρονομία
Ένα αμυδρό στον αστερισμό σχετικά ο ουράνιος ισημερινός. Το όνομά του είναι η ελληνική για μονόκερος. Τον ορισμό αυτό του αποδίδεται η ολλανδική χαρτογράφος του 17ου αιώνα ...
Μυία
Αστρονομία; Γενική αστρονομία
Αυτή είναι μία από τις δευτερεύουσες νότιους αστερισμούς. Στον αστερισμό ήταν μία από τις δώδεκα συνθέσεις που δημιουργήθηκε από Πλάνκιος από τις παρατηρήσεις του Pieter Dirkszoon ...