Home > Βιομηχανία/Τομέας > Στρατιωτικά > Arms control
Arms control
The international restrictions on the development, production, stockpiling, proliferation, and usage of weapons, especially weapons of mass destruction. Arms control is usually exercised through international treaties and agreements that impose arms limitations among consenting parties.
Industry: Στρατιωτικά
Προσθήκη νέου όρουContributors in Arms control
Arms control
αξιολόγηση/βοήθεια/μέρος της ομάδας (AT)
Στρατιωτικά; Arms control
Η ομάδα των ατόμων που ταξιδεύουν σε μια τοποθεσία πριν από τον έλεγχο, προκειμένου να βοηθήσει τις εν λόγω προετοιμασία για επιθεώρηση από μια ομάδα ξένων επιθεώρηση του συγκεκριμένου ...
επίθεση ελικόπτερο
Στρατιωτικά; Arms control
Όπως ορίζεται στη Συνθήκη στις συμβατικές ένοπλες δυνάμεις στην Ευρώπη (CFE), ένα μαχητικό ελικόπτερο εξοπλισμένο να απασχολούν αντι-πανοπλία, αέρος-εδάφους ή αέρος-αέρος Συστημάτα κατευθυνόμενων ...