Home > Βιομηχανία/Τομέας > Ενέργεια > Biofuel

Biofuel

A Biofuel is a type of fuel whose energy is derived from biological carbon fixation. Biofuels include fuels derived from biomass conversion, as well as solid biomass, liquid fuels and various biogases.

Contributors in Biofuel

Biofuel

αιθανόλη

Biotechnology; Biofuel

Αλκοόλ που περιέχει δύο άτομα άνθρακα ανά το μόριο με περίπου τα δύο τρίτα η ενεργειακή πυκνότητα της βενζίνης, ως επί το πλείστον ζύμωση από άμυλο καλαμποκιού ή ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο, επίσης ...

ύλη τροφοδότησης

Biotechnology; Biofuel

Πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται σε βιομηχανική διαδικασία, όπως την παραγωγή βιοκαυσίμων

ορυκτά καύσιμα

Biotechnology; Biofuel

Καύσιμα που προέρχονται από καιρό-πριν από-νεκρά-και-που θάβεται υπολείμματα της βιολογικής ζωής στη γη--π.χ., δεινόσαυροι--που γενικά θεωρείται μη ανανεώσιμων. Η χρήση των καυσίμων αυτών συμβάλλει ...

αεριοποίηση, η μετατροπή ενός υγρού σε αέριο

Biotechnology; Biofuel

Μια χημική ήθερμική διαδικασία που χρησιμοποιείται για να μετατρέψει ανθρακικά υλικό--άνθρακα, πετρελαίου, βιομάζα--τα αέρια συστατικά, μονοξείδιο άνθρακα και ...

γεντικά τρποποιημένος οργανισμός

Biotechnology; Biofuel

Ένας οργανισμός του οποίου το γενετικό υλικό έχει τροποποιηθεί μέσω της τεχνολογίας του ανασυνδυασμένου DNA, αλλάζοντας το φαινότυπο του Οργανισμού για την αντιμετώπιση των επιθυμητών προδιαγραφών. ...

υδρογονάθρακας

Biotechnology; Biofuel

Μια χημική ένωση που περιέχει μια σπονδυλική στήλη του άνθρακα με τα άτομα υδρογόνου που συνδέονται με το ότι η σπονδυλική στήλη. Αυτό που χαρακτηρίζουμε ως πετρελαίου είναι πραγματικά υγρό, ...

μεθανόλη

Biotechnology; Biofuel

Αλκοόλ που περιέχει ένα άτομο άνθρακα ανά μόριο, που γίνονται συνήθως από το φυσικό αέριο, με μισή η ενεργειακή πυκνότητα της βενζίνης, επίσης γνωστή ως «ξύλο ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Superstition

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 22 Όροι

Blue Eye

Κατηγορία: Γεωγραφία   1 1 Όροι