![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Σπορ > Climbing
Climbing
A sport to climb up mountains (usually with steep cliffs) or walls with one's hands and feet.
Industry: Σπορ
Προσθήκη νέου όρουContributors in Climbing
Climbing
πρέζα λαβή
Σπορ; Climbing
Αυτό είναι μια λαβή, όπου πρέπει να τσίμπημα να διαφυλαχτούν. Έρχονται σε διάφορα μεγέθη.
πρόσωπο αναρρίχηση
Σπορ; Climbing
Να ανέβει ένα κατακόρυφο βράχο χρησιμοποιώντας δάχτυλο κατέχει, άκρες και επιχρισμάτων, δηλαδή ρωγμή δεν αναρρίχηση. ...
ρωγμή της αναρρίχηση
Σπορ; Climbing
Να ανέβει σε ένα βράχο με ενσφήνωση μέρη του σώματος σε ρωγμές, δηλαδή δεν πρόσωπο αναρρίχηση. Βλέπε μπλοκάρει και ...
βήτα flash
Σπορ; Climbing
Η καθαρή ανάβαση της με την πρώτη προσπάθεια, αφού προηγουμένως λάβει βήτα ή ενώ έχοντας βήτα φώναξε επάνω από το έδαφος σε πορεία ανόδου. Επίσης δείτε από ...