Home > Βιομηχανία/Τομέας > Ιατρικές συσκευές; Pharmaceutical > Clinical trials
Clinical trials
Clinical trials are sets of tests performed for medical research and drug development which is used to extract safety and efficacy data.
Industry: Ιατρικές συσκευές; Pharmaceutical
Προσθήκη νέου όρουContributors in Clinical trials
Clinical trials
φάση iii δοκιμές
Pharmaceutical; Clinical trials
Ανεπτυγμένο ελεγχόμενη και ανεξέλεγκτη δοκιμών μετά προκαταρκτικά αποδεικτικών στοιχείων, προτείνοντας αποτελεσματικότητα του ναρκωτικού επιτεύχθηκε, και τα οποία προορίζονται να συλλεχθούν περαιτέρω ...
φάση iv δοκιμές
Pharmaceutical; Clinical trials
Μετά την κυκλοφορία μελέτες να οριοθετούν πρόσθετες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων, παροχές και βέλτιστη χρήση του ναρκωτικού. ...
τυχαία ρύθμιση
Pharmaceutical; Clinical trials
Μέθοδος με βάση την ευκαιρία από μελέτη που οι συμμετέχοντες έχουν εκχωρηθεί σε μια ομάδα επεξεργασίας. Τυχαίας επιλογής ελαχιστοποιεί τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των ομάδων διανέμοντας εξίσου ...
the peer review
Pharmaceutical; Clinical trials
Αναθεώρηση της κλινικής δοκιμής από εμπειρογνώμονες που επιλέγεται από τον υποστηρικτή της μελέτης. Αυτών των εμπειρογνωμόνων επανεξέτασης των δοκιμών για την επιστημονική αξία, συμμετέχων ασφάλεια ...
φάση I δοκιμές
Pharmaceutical; Clinical trials
Αρχικές μελέτες για τον προσδιορισμό του μεταβολισμού και των φαρμακολογικά ενέργειες των φαρμάκων στον άνθρωπο, οι παρενέργειες που συνδέονται με την αυξανόμενη δόσεις, και να αποκτήσει πρώιμες ...
φάση ΙΙ δοκιμές
Pharmaceutical; Clinical trials
Ελεγχομένων κλινικών μελετών που διεξάγονται για να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα του ναρκωτικού για μια συγκεκριμένη ένδειξη ή ενδείξεις σε ασθενείς με την ασθένεια ή η πάθηση υπό μελέτη και για ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Teresa Pelka
0
Όροι
3
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί