Home > Βιομηχανία/Τομέας > Legal services > Courts
Courts
Industry: Legal services
Προσθήκη νέου όρουContributors in Courts
Courts
προσωπική χρηματική εγγύηση
Legal services; Courts
Στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, η προδικαστική release του εναγομένου χωρίς εγγύηση προς την υπόσχεση να επιστρέψει στο δικαστήριο. ...
παράπονο
Legal services; Courts
Στο εργατικό δίκαιο, μια καταγγελία που κατέθεσε υπάλληλος όσον αφορά τις συνθήκες εργασίας να επιλυθούν από διαδικαστικές μηχανήματα υπό σύμβασης της Ένωσης. Έναν τραυματισμό, αδικία, ή λάθος, η ...
ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΣ
Legal services; Courts
Στο νόμο των αποδεικτικών στοιχείων, η αναγκαιότητα ή καθήκον καταφατικά, αποδεικνύει ένα γεγονός ή γεγονότα σε διαφωνία όσον αναφέρθηκαν μεταξύ των μερών σε μια δίκη. Την ευθύνη της απόδειξης ένα ...
επιβεβαίωσε
Legal services; Courts
Στην πρακτική εφετεία περιοδευόντων δικαστών, η λέξη σημαίνει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου της δίκης είναι ...
Esquire
Legal services; Courts
Στις Ηνωμένες Πολιτείες τον τίτλο που επισυνάπτεται συνήθως μετά από το όνομα ενός πληρεξούσιου. Στο αγγλικό δίκαιο έναν τίτλο της αξιοπρέπειας στη συνέχεια πάνω τζέντλεμαν και κάτω από το ιππότης. ...
γραφέας
Legal services; Courts
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, συνήθως ένα δίκαιο μαθητής απασχολούνται από ένα δικηγορικό γραφείο για την έρευνα και τις άλλες εργασίες. Σε δικαστήρια, δικηγόρος (ή φοιτητής της Νομικής Σχολής) προσλαμβάνο ...
άκυρη
Legal services; Courts
Άκυρο? μια άκυρη συμφωνία αποτελεί μία για την οποία δεν υπάρχει καμία θεραπεία.
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Marouane937
0
Όροι
58
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί
Fastest Growing Tech Companies
rufaro9102
0
Όροι
41
Γλωσσάρια
4
Οπαδοί