Home > Βιομηχανία/Τομέας > Σπορ > Cricket
Cricket
Terms of or pertaining to the bat-and-ball game played between two teams of 11 players on a roughly circular field, at the centre of which is a rectangular 22-yard long pitch. Each team takes it in turn to bat, in which they attempt to accumulate as many runs as possible, while the other team fields, attempting to prevent the batting team scoring runs.
Industry: Σπορ
Προσθήκη νέου όρουContributors in Cricket
Cricket
αρνητική Μπόουλινγκ
Σπορ; Cricket
Μια μόνιμη γραμμή του Μπόουλινγκ στο πλάι ποδιών-της μια Μπάτσμαν ανασταλτικά για την Μπάτσμαν από ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ (ιδιαίτερα σε δοκιμαστικοί ...
groundsman
Σπορ; Cricket
Ένα πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη διατήρηση του πεδίου του κρίκετ και στην προετοιμασία του βήματος.
νεκρή νυχτερίδα
Σπορ; Cricket
Το ρόπαλο, όταν πραγματοποιήθηκε με ένα ελαφρύ πιάσιμο τόσης ώστε να προκύπτει όταν η μπάλα χτυπά, και η μπάλα χάνει ορμή και πέφτει στο ...
οικονομική
Σπορ; Cricket
Ένας σφαιριστής που παραδέχεται πολύ λίγοι τρέχει από του over(s), δηλαδή έχει μια οικονομία χαμηλή ποσοστό. Το αντίθετο του ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί