Home > Βιομηχανία/Τομέας > Anthropology > Cultural anthropology
Cultural anthropology
Of or pertaining to the branch of anthropology that examines culture as a scientifically meaningful concept.
Industry: Anthropology
Προσθήκη νέου όρουContributors in Cultural anthropology
Cultural anthropology
ένζυμο περιορισμού
Anthropology; Cultural anthropology
Ενα ένζυμο που χρησμιμοποιείται για να ''κόψει'' το μόριο DNA σε ειδικές τοποθσίες; χρησιμοποιείται στην τεχνολογία επανασυνδυασμού ...
φαινυλθειοκαρμπονίδια (PTC)
Anthropology; Cultural anthropology
Μια ουσία τεχνιής κατασκευής ης οποίας η κύρια χρήση είναι να ανιχνεύει την ικανότητα της δοκιμής. Η ικανότητα δοκιμής PTC είναι συμφυής ως πρωταρχική. ...
spokeshave
Anthropology; Cultural anthropology
Ενα χειροποίητο αντικείμενο με κωνικό σχήμα στην άκρη, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή ξύλινων ή κοκκάλινων ...
πεδίο
Anthropology; Cultural anthropology
Μια περιοχή όπου μία ομάδα υπερσασπίζεται έναντι άλλων μελών του δικού της είδους.
δευτερύον κέντρο οστεοποίησης
Anthropology; Cultural anthropology
Μια περιοχή οστεοποίησης, συνήθως κοντά στην άκρη ενός μακρυού οστού.
κατασκευή σκηνών
Anthropology; Cultural anthropology
Φτιάχνοντας γη (πεδίο)ουρώντας ή ξεκάνοντας ή σβήνοντας αδένες σηνής έναντι δένδρων ή άλλων αντικειμένων.
μονότρεμα
Anthropology; Cultural anthropology
Μέλη της ομοταξίας πρωτθηρία της τάξης τω θηλαστικών; τα θηλαστικά που κάνουν αυγά.