Home > Βιομηχανία/Τομέας > Anthropology > Cultural anthropology
Cultural anthropology
Of or pertaining to the branch of anthropology that examines culture as a scientifically meaningful concept.
Industry: Anthropology
Προσθήκη νέου όρουContributors in Cultural anthropology
Cultural anthropology
συνεχούς καλλιέργειας
Anthropology; Cultural anthropology
Ένα συνεχές, με βάση τη συγκριτική μελέτη των nonindustrial καλλιέργεια κοινωνιών που εργατικά ένταση αυξάνει και καλλιέργειας μειώνεται. ...
Πατριαρχία
Anthropology; Cultural anthropology
Πολιτικό σύστημα που κυβερνάται από τους άντρες που οι γυναίκες έχουν κατώτερης κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. ...
γλωσσική ανθρωπολογία
Anthropology; Cultural anthropology
Το περιγραφικό, συγκριτικές και ιστορικές μελέτη της γλώσσας και της γλωσσικές ομοιότητες και διαφορές, χρόνος, χώρος και ...
Πράσινη επανάσταση
Anthropology; Cultural anthropology
Γεωργικής ανάπτυξης βασίζεται σε χημικά λιπάσματα, φυτοφάρμακα, 20ου αιώνα καλλιεργητικές τεχνικές και νέες ποικιλίες καλλιέργειας όπως IR-8 («θαύμα ...
Λαογραφικό
Anthropology; Cultural anthropology
Των ανθρώπων. αρχικά επινόησε για ευρωπαϊκό χωρικοί; αναφέρεται στη τέχνη, μουσική, και Λόρε των απλών ανθρώπων, αντιπαραβαλλόμενη με το «υψηλό» τέχνη ή τέχνη «κλασικό» από την ευρωπαϊκή ...
μια συγκεκριμένη κατάσταση
Anthropology; Cultural anthropology
Κοινωνική κατάσταση (π.χ., φυλής ή φύλου) ότι οι άνθρωποι έχουν ελάχιστη ή καμία επιλογή σχετικά με το καταλαμβάνουν. ...
εστιακό λεξιλόγιο
Anthropology; Cultural anthropology
Ένα σύνολο από λέξεις και διακρίσεις που είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ορισμένων ομάδων (εκείνων με ειδικές εστίες της πείρας ή της δραστηριότητας), όπως π.χ. τύπους χιόνι Εσκιμώοι ή ...