Home > Βιομηχανία/Τομέας > Pharmaceutical > Drugs
Drugs
Terms in relation to substances, other than food, that have medicinal, intoxicating, performance enhancing, or other effects when put into the body of a human or animal.
Industry: Pharmaceutical
Προσθήκη νέου όρουContributors in Drugs
Drugs
μορφή της δοσολογίας
Pharmaceutical; Drugs
Μια μορφή δόσης είναι η φυσική μορφή, στο οποίο ένα φάρμακο είναι που παράγονται και διανέμονται, όπως μια πινακίδα, μια κάψουλα, ή ένα ...
ναρκωτικών
Pharmaceutical; Drugs
Ένα φάρμακο που ορίζεται ως: * μια ουσία που αναγνωρίζεται από μία επίσημη φαρμακοποιία ή formulary. * Μια ουσία που προορίζονται για την διάγνωση, θεραπεία, μετριασμό, θεραπεία ή πρόληψη της ...
ναρκωτικό προϊόν
Pharmaceutical; Drugs
Η μορφή της δοσολογίας του τελικού που περιέχει μια ουσία ναρκωτικών, γενικά, αλλά δεν είναι απαραίτητα σε συνεργασία με άλλα συστατικά ενεργό ή ...
FDA Ημ.
Pharmaceutical; Drugs
Την ημερομηνία δράση λέει όταν ένα FDA ρυθμιστική πράξη, όπως μια αρχική ή συμπληρωματική έγκριση, έλαβε χώρα.
βιολογικών προϊόντων
Pharmaceutical; Drugs
Βιολογικά προϊόντα περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα προϊόντων, όπως εμβόλια, αίματος και συστατικών του αίματος, allergenics, σωματικών κυττάρων, γονιδιακή θεραπεία, ιστούς και ανασυνδυασμένων πρωτεϊνών ...
επωνυμο φαρμακο
Pharmaceutical; Drugs
Ένα φάρμακο εμπορικού σήματος είναι ένα φάρμακο στην αγορά με ένα ιδιόκτητο, προστασία εμπορικού σήματος ...
χημικός τύπος
Pharmaceutical; Drugs
Τον χημικό τύπο αντιπροσωπεύει καινότητα του ενός σκευάσματος ή μια νέα ένδειξη για μια υπάρχουσα σκευάσματος. Για παράδειγμα, χημική τύπου 1 έχει ανατεθεί σε μία δραστική ουσία που δεν έχει ποτέ ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί