Home > Βιομηχανία/Τομέας > Μηχανική > Electronic engineering
Electronic engineering
Electronic engineering is an engineering discipline focused on the design, fabrication, testing and operation of circuits, electronic components, devices, and systems.
Industry: Μηχανική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Electronic engineering
Electronic engineering
Αυτόματη ευαισθησία ελέγχου
Μηχανική; Electronic engineering
1. Ένα self-actuating κύκλωμα που χρησιμοποιούν παρόμοιες αρχές με αυτές που χρησιμοποιούνται σε αυτόματο έλεγχο ενίσχυσης. Διαφέρει ανάλογα η ευαισθησία του το ραδιοσυχνοτήτων (RF) και Ενδιάμεσες ...
Crystal ενισχυτή
Μηχανική; Electronic engineering
1. Ένα κύκλωμα ημιαγωγού δίοδος με χρήση του μεταφορέα αποθήκευσης. Τρανζίστορ δράση και, ως εκ τούτου, λαμβάνονται παλμός amplification κάνοντας εναλλάξ ένα μεικτό ηλεκτρόδιο της της διόδου, μια ...
κρυσταλλικό ανορθωτή
Μηχανική; Electronic engineering
1. Μια δίοδος ημιαγωγών που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της διόρθωσης εναλλασσόμενο ρεύμα (dc), συνήθως σε μια παροχή ενέργειας. ...
μολυσμένο υλικό
Μηχανική; Electronic engineering
1. Ένα υλικό ημιαγωγών που περιέχει κάποια ανεπιθύμητη ουσία. 2. Υλικό a γίνει ακούσια ραδιενεργών.
κώδικα
Μηχανική; Electronic engineering
1. Ένα σύνολο συμβόλων για επικοινωνίες (π.χ., του κώδικα μορς, της ασφαλείας ραδιοτηλεγραφίας και σύρμα τηλεγραφία στην οποία τελείες και παύλες αντιστοιχούν σε γράμματα, αριθμούς και σήματα της ...
discharger
Μηχανική; Electronic engineering
1. Ένα short-circuiting εργαλείο για την εκπλήρωση πυκνωτές. 2. a σπινθήρα κενό ή άλλη συσκευή για την εκπλήρωση αυτόματα μια overcharged ...
απόσβεσης αντίσταση
Μηχανική; Electronic engineering
1. Παράκαμψη σε ένα coil να μην γίνεται κλήση. 2. Αντίσταση a που χρησιμοποιείται για την παροχή της κρίσιμης απόσβεσης της ένα Γαλβανόμετρο. ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί